Too Random Thoughts
We think too much and feel too little.
Τρίτη, Ιουλίου 26
πυξίδα
Πέμπτη, Απριλίου 8
η μορφολογία ενός "είναι" που αλλάζει
Μακάρι να μου γενιόντουσαν περισσότερα φυσικά χαμόγελα, σκαστήκαμε στα φτιαχτά και τα χτισμένα.
Πνίγομαι στο μακάρι μου.
Νιώθω χαμένος στον ωκεανό, σε μια ανέλπιστη προσπάθεια σωτηρίας του χαμένου μου κόσμου.
Μα αντί για νερό, με πνίγουν οι λέξεις μου, ακόμη κι εκείνες οι ανολοκλήρωτες, αυτές που μείναν σκέψεις.
Μακάρι να μπορούσα να καταλάβω. Αλλά από ότι φαίνεται δεν μπορώ. Κουράστηκα να μην μπορώ άγνωστε αδερφέ. Χαμογέλα μου εσύ κι εγώ θα βρω την λύση.
Με περίσσεια σιγουριά. Βρες την μου, τότε. Σε προκαλώ.
Το κεφάλι μου πάει να σπάσει. Δεν ξέρω αν φταίω εγώ ή αυτό.
Δεν ξέρω καν αν εγώ είμαι αυτό- και το αντίθετο.
Πάει καιρός που πληκτρολόγησα κάτι παραπάνω από "ahahhdsauhih" μεθυσμένος.
Η λύση πια μοιάζει να μην θέλει να έρθει.
Δεν προσποιούμαι ότι κάποτε την είχα στα χέρια μου, ζεστή και εύφορη.
Μα σπανιότερα θυμόμουν πόσο κενό είναι το μέσα.
Τα βράδια πλέον φαντάζουν εφιαλτικά.
Τίποτα δεν αρχίζει, τίποτα δεν τελειώνει, και τίποτα ανάμεσα.
Βαρέθηκα να ζητάω πράγματα. Βαρέθηκα να εύχομαι και να απεύχομαι. Σιχάθηκα να θυμάμαι. Κυρίως σιχάθηκα να μην θυμάμαι, όλα αυτά που δεν έζησα- τα χαμένα και ατυχή.
Μπερδεμένα μου τα λες απόψε!
Το ξέρω. Συγγνώμη που σε μπέρδεψα, δεν ήταν αυτός ο σκοπός μου. Τουλάχιστον έτσι νομίζω.
Η σκέψη μου με κατάπιε. Όπως συνήθως.
Κι εγώ θα κάνω αυτό που ξέρω μοναδικά. Να εθελοτυφλώ μέσα σε μια ανύπαρκτη θολούρα, ενός κεφαλιού που έχει ξεριζωθεί προ πολλού.
Είναι ελλειμματικό- μα είναι πάντα. Τα πάντα.
Χαμογέλα μου μάτια μου, δώστα μου όλα και πάρτα όλα διπλά και τρίδιπλα.
-Ξεμένω.
-Ναι ναι, το ξέρουμε. Κάτι τελευταίο.
Κανένα χέρι δεν σηκώθηκε από μόνο του να χαστουκίσει. Κανένα αυτόβουλο, ξεροκέφαλο, επικριτικό χέρι.
Ξεμένεις. Και είναι εντάξει αυτό.
Ξεμένεις πολύ πιο σύντομα από όσο νομίζεις.
Δευτέρα, Νοεμβρίου 30
πνευματικό ξεσκονιστήρι
Τετάρτη, Μαρτίου 25
μαλάκα, τι θλίψη
Παρασκευή, Φεβρουαρίου 21
απ-ερι-όριστο
Δευτέρα, Οκτωβρίου 21
εγωκεντρισμός
να κάτσω απέναντι του, να του πω τα σάπια νέα της μέρας μου, να πιούμε καφέ ελληνικό και σκέτο
και αφού προσποιηθώ τα δέοντα
θα του μιλήσω με ουσία και βάθος
για τις επιλογές του και τις μαλακίες του
τις αηδίες που έκανε και τον τρόπο που φέρθηκε σε κάποιους ανθρώπους.
θα του χαμογελάσω, σε μια ένδειξη συμφιλίωσης- μα θα έχω κρυμμένο το μαχαίρι πίσω από την πλάτη μου.
μετά
(άμα με πιάσουν οι καλές μου)
θα πω πως ε να μωρέ, δεν πειράζει και έτσι είναι η ζωή και πως άνθρωποι είμαστε, όχι θεοί.
και- παλεύοντας με νύχια και με δόντια- θα τον πείσω
να με εμπιστευτεί και να μου ανοιχτεί
να μου μιλήσει λίγο παραπάνω από όσο θα του επέτρεπε ο εγωισμός του
και το κεφάλι του θα βράζει, μη κατανοώντας το γιατί.
και μετά
θα του μιλήσω για όλα αυτά που έχασε εσκεμμένα
σε μια προσωπική ήττα με το υπερεγώ του
και θα δω το πρόσωπο του να γυρίζει
αποφεύγοντας να με κοιτάξει κατάματα
και τα μάτια του θα παίρνουν το ουρανίσιο γαλανό
και το ασφαλτίσιο γκρίζο
μα όμως ποτέ το χρώμα της αλήθειας του
μπήκε λίγο κατακάθι στο στόμα μου
ίσως και να πρέπει να φύγω τώρα
με αυτή την πίκρα κολλημένη μονίμως στη γλώσσα μου
να μου θυμίζει το σήμερα και κάθε σήμερα
σε έχω ανάγκη
κι ας μη το ξεστομάω
σε έχω ανάγκη
το παραδέχομαι
σε έχω ανάγκη
αλλά ξέρω ότι με έχεις κι εσύ