Σάββατο, Οκτωβρίου 15

Η κούπα

Η ρουτίνα μας ξαναέφτασε, σαν να μην έφυγε ποτέ.
Τέλος πάντων, τα έχουμε ξαναπεί αυτά, ελάχιστο ενδιαφέρον παρουσιάζουν πλέον.
Το πραγματικά ενδιαφέρον είναι ότι μέσα σε αυτήν την αέναη επανάληψη, συνεχίζουν να συμβαίνουν πράγματα που με παρακινούν- με θετικότερο ή αρνητικότερο τρόπο.
Μια χαριτωμένη ιστορία γεννήθηκε από το πουθενά.

Κάθε μέρα ακολουθώ τις ίδιες διαδρομές- που πολύ προσεκτικά έχω αναλύσει και επιλέξει-, βλέπω τα ίδια πράγματα, τους ίδιους ανθρώπους, τα ίδια κτίρια. Γενικά, τα ίδια.
Μέσα σε αυτό το ξανά και ξανά, από την επιστροφή μου από τη δουλειά, βιώνω- προφανώς- την προαναφερθείσα επανάληψη. Μέσα σε αυτά τα μέρη συμπεριλαμβάνεται και ένα μαγαζί με είδη καφέ ή δεν ξέρω και γω τι, μα αυτό ελάχιστη έχει σημασία.
Εδώ και πολλές μέρες, λοιπόν, βλέπω στην βιτρίνα του μια κούπα, που μπορεί να μην ήταν κάτι ιδιαίτερο αλλά εγώ την είχα λατρέψει.
"Την είχες λατρέψει; Μια κούπα ήταν, χαλάρωσε." Σωστά.
Τέλος πάντων, μέρα με την μέρα, έλεγα στον εαυτό μου ότι θα μπω να την αγοράσω. Μέρα με την μέρα κατέληγα να το αφήνω για αύριο.
Απ' το σήμερα στο αύριο κι απ' το αύριο στο μεθαύριο οι μέρες κυλούσαν.
Η κούπα, όμως, συνέχισε να παραμένει εκεί.
Μέχρι σήμερα.
Παρασκευή, έρχεται σαββατοκύριακο, κάποια αναπόφευκτη χαρά υπήρχε, και ίσως να έμπαινα να αγοράσω και την κούπα.
Όμως, προς μεγάλη μου έκπληξη, όταν έφτασα έξω από το μαγαζί που προανέφερα, η κούπα ήταν απούσα.
Όχι, δεν είχε αλλάξει η βιτρίνα. Όχι, δεν είχαν αλλάξει όλα και μέσα σε αυτά και η κούπα μου. Όχι.
Όλα ήταν ακριβώς όπως την τελευταία φορά που πέρασα, χωρίς να έχουν μετακινηθεί χιλιοστό.
Εκεί που ήταν, κάποτε, η κούπα μου, κυριαρχούσε το κενό.
Δεν μπόρεσα να το πιστέψω. Είχα χάσει την ευκαιρία μου για πάντα.
"Μα πώς κάνεις έτσι τέλος πάντων; Για μια κούπα όλα αυτά;"

Και ναι και όχι.
Από την μία ναι για τον προφανή- και ιδιαιτέρως ρηχό- λόγο, ότι εμένα μου άρεσε και την ήθελα για να πίνω τον γαλλικό μου τα κρύα χειμωνιάτικα πρωϊνά- ναι είμαι τόσο εγωιστής και τόσο ξεροκέφαλος.
Κυρίως, όμως, όχι για το γεγονός ότι δεν ήταν η κούπα το σημαντικό της υπόθεσης. Δεν θα μπορούσε να με νοιάζει λιγότερο ένα κομμάτι πηλού ή γυαλιού ή από οτιδήποτε ήταν φτιαγμένο.

Το θέμα είναι ότι η κούπα θα μπορούσε να είναι ένας άνθρωπος. Εντάξει, ο άνθρωπος δεν θα ήταν γυαλισμένος σε βιτρίνα, μα και πάλι δεν είναι αυτό το νόημα.
Κάθε φορά που κάνουμε ένα βήμα πίσω από φόβο ή απογοήτευση ή ακόμη και "βόλεμα", κάποιος άλλος κάνει ένα βήμα μπροστά. Το βασικό ζήτημα είναι να παίρνουμε ρίσκα και ευκαιρίες, αμέσως, χωρίς αναβολές.

"Πολύ περίεργα ακούγονται όλα αυτά. Εύκολα γράφονται μα δύσκολα γίνονται. Η ζωή δεν είναι έτσι, μια ιστορία είναι αυτό που λες, απλά ένας αποτυχημένος παραλληλισμός με την πραγματικότητα."

Ίσως. Τέλος πάντων, μας βολεύει να το αφήνουμε για αύριο. Πάντα και για πάντα.

Μα, κάποτε, θα έρθει η μέρα που θα απορήσουμε γιατί όλες μας οι κούπες είναι ραγισμένες και ξεθωριασμένες.

Hint: Η απάντηση είναι ήδη γνωστή.