Δευτέρα, Νοεμβρίου 30

πνευματικό ξεσκονιστήρι

(έχουν αλλάξει και τα templates του blogger και δυσκολεύομαι ακόμη περισσότερο)

η ζωή περνάει μαμά
περνάει και δεν περνάει δηλαδή, μα
κυρίως περνάει.

δε χαμογελώ συχνά πια,
κλαίω και χαμογελώ δηλαδή, μα
κυρίως δε χαμογελώ.

έχω σιχαθεί τη σάρκα μου,
το απεριποίητο μουστάκι μου που μπαίνει στο ρουθούνι μου
τα λαδωμένα μου μαλλιά- (4 μέρες πέρασαν! ξύπνα!)
τα φαγωμένα- από το άγχος- νύχια μου.

με το σαπούνι δεν φέυγει η ψυχική γλίτσα

το πνευματικό μου ξεσκονιστήρι
το περιμένω καρτερικά κάθε βράδυ
δεν έρχεται σχεδόν ποτέ
έρχεται και δεν έρχεται δηλαδή, μα
κυρίως δεν έρχεται.

και μ'έχει στοιχειώσει αυτή η σκέψη
αυτή, αυτή που λέει
ότι δε θα το κάνω ποτέ εκείνο το ρημάδι το κάτι
αυτό το κάτι που δεν ήξερα καν ότι θέλω να το κάνω,
μα με σιγουριά να μου γνωρίζεται ότι δεν το μπορώ.

ό,τι μα ό,τι και να πω
αντισταθμίζει εξ αρχής τα δεδομένα βαρίδια μου
και διχάζομαι
μα κουράζομαι.

θα ήθελα τα σταυροδρόμια να ήταν ευλογημένα
όχι καταραμένα τα διαολεμένα 
θα ήθελα να είναι ευτυχία,
μα πιο πολύ θυμίζει κακογραμμένη τραγωδία.

προσπαθώ να μην τα σκέφτομαι
τα σκέφτομαι και δε τα σκέφτομαι δηλαδή, μα
κυρίως τα σκέφτομαι.

τα δαχτυλά μου δεν γράφουν πια λέξεις
μόνο τσιγάρα θέλουν να στρίβουν
αλίμονο στον ήρωα
που ξύπνησε σε λάθος ώρα

μουδιάζω και ξεχνώ
έτσι λειτουργώ τώρα τελευταία
και φαίνεται να λειτουργεί

λειτουργεί και δε λειτουργεί δηλαδή, μα
κυρίως λειτουργεί.

Τετάρτη, Μαρτίου 25

μαλάκα, τι θλίψη

κοιτάζομαι στον καθρέφτη.
έχω χάσει πια το μέτρημα.
η σαπίλα δεν έχει μονάδα μέτρησης, ούτως ή άλλως.
έτσι νομίζω, αλλά δεν είμαι και σίγουρος.

βγαίνω στο μπαλκόνι στις 2,
μην μυρίζει και το δωμάτιο,
αλλά είναι νωρίς ακόμη για αράγματα και τσιγάρα έξω.
και είναι αφιλόξενη η ατμόσφαιρα, πολύ.

μα βγαίνω, και δε το σκέφτομαι ιδιαίτερα.
έχω να καπνίσω δύο μέρες.
μπορεί και να μη με ένοιαζε υπό άλλες συνθήκες, αλλά,
διάολε, δεν έχω ξαναζητήσει καπνό πιο έντονα.

πόσα παιχνίδια και πόσες ταινίες να αντέξω;
δεν έχω μάθει έτσι.
και το ξέρω ότι για όλους δύσκολο είναι.
μα η επιβεβλημένη μοναξιά φαντάζει ακυβέρνητη.

αυτό το σπίτι το σιχάθηκα
το αγαπάω, δε λέω,
αλλά ξέρω κάθε γωνιά και κάθε σπιθαμή
και δεν μπορώ άλλο.

θέλω να βρω άλλες, καινούριες,
ανεξερεύνητες σπιθαμές.
αραχνιασμένες, ξεχασμένες απ' τον θεό.
με υγρασία στην ατμόσφαιρα, και με κακά κουφώματα.

η ζωή νιώθω ότι με κοιτάζει και μου βγάζει τη γλώσσα
είναι, πάντα, τότε, όταν αρχίζεις να βρίσκεις το βάδισμα σου ξανά
που σου λέει ότι δε θα στο κάνει τόσο εύκολο
πως θα μπορούσε, αλλά απλά επιλέγει να μην.

συντακτικά αποκρουστικό, το ξέρω.
μ' αρέσει να συντονίζω τις μιζέριες μου.
με κάνει να νιώθω πως έχω τον έλεγχο,
με καλύπτει η ψευδαίσθηση, κι ας είναι θλιβερό.

θέλω να κοιτάζω ψηλά
και να γεύομαι τον ήλιο
αλλά μερικές φορές, ρε πούστη μου,
είναι τόσο προσιτό το πάτωμα.

έξω.

Παρασκευή, Φεβρουαρίου 21

απ-ερι-όριστο

καμιά φορά,
απ'αυτές τις φορές,
εκείνες τις καταραμένες,
τις ατέλειωτες και τις ανούσιες,
τις άσκημες,
τις άγριες,
της σκέψης,

θέλω να κάνω μια μικρή εγκεφαλική επανάσταση,
να μαζέψω τα δάκρυα μου στην παλάμη μου,
και να τα φιλήσω.
να τα κοιτάξω και να τα ευχαριστήσω
,ένα-ένα,
για όλα εκείνα τα περίεργα που μ'έχουν μάθει.

και- φιλώντας τα- θα' ρθούνε κι άλλα,
πιο πολλά,
αλλά ποτέ αρκετά, και ποτέ περίσσια.
θα νοσταλγώ τα λίγα,
μα θ' αγαπάω τα πολλά.

κι οι λέξεις βγαίνουν δύσκολα πια.
κι η τοξική ρουτίνα δεν βοηθά.
μια ελπίδα στέκει στον ορίζοντα.
μα στέκεται- δεν περπατά.

θα ήθελα πολύ να φύγω
μα θα ήθελα πολύ περισσότερο να μείνω και να είμαι συμβιβασμένος με αυτό.
ούτε καν χαρούμενος- συμβιβασμένος.
τα 'ριξα τα στάνταρντς μου από παλιά, βλέπεις.

θέλω να ξεριζώσω τα φτερά μου.
βαρέθηκα την ανυπαρξία τους ούτως ή άλλως.